ΑΡΤΟΙ ΖΥΜΩΤΟΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ...
Είναι φορές που αναρωτιέμαι αν αυτό που νιώθω κάθε φορά που βρίσκομαι στο προαύλιο ενός εξωκλησιού είναι πείνα ή λαχτάρα να ανακαλύψω ένα αληθινά σπιτικό καλοζυμωμένο άρτο!
Μπορεί να είναι και αυτή η λαχτάρα της απελευθέρωσης από όλους αυτούς τους παιδικούς περιορισμούς : πρόσεχε μην σου πέσουν ψίχουλα , τρώγε σαν άνθρωπος , δεύτερο κομμάτι ψωμί δεν έχει και τέτοια… Εδώ με το άλλοθι της ευλογίας του Αγίου συν ότι το συγχωρείτε και το αμάρτημα της λαιμαργίας, μπορώ να δοκιμάσω και ένα και δυο και τρία και τέσσερα κομμάτια.
Για όλους τους άλλους δεν ξέρω, αλλά παρατηρώντας τα πανέρια με τα κοφτά νοικοκυρίστικα κεντήματα και τα λουλουδάκια να ξεπροβάλουν σαν νησίδες πράσινου μέσα στην καφέ μονοτονία του ψημένου ζυμαριού, να συμπεράνω ότι όλη αυτή λατρευτική διαδικασία είναι λυτρωτική. Είναι όμως και τιμή στον Άγιο προστάτη τους που εκτός από τις προσευχές τους πρέπει να τον <θρέψουν> με εορταστικά ψωμιά καλοζυμωμένα με λιτά αρωματικά και μπαχαρικά και τα σημάδια από το αποτύπωμα που αφήνει η σφραγίδα της οικογένειας.
ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΧΑΜΕΝΕΣ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ
Η παράδοση της αρτοκλασίας έχει τις ρίζες στην ελληνική λατρευτική ιστορία ήδη από τους Βυζαντινούς χρόνους.
Στα ελληνικά μοναστήρια στην διάρκεια των μεγάλων εορτών προβλέπεται η διανομή άρτων στους φτωχούς καλογέρους και πιστούς.
Προσφέρονται την παραμονή της γιορτής του Αγίου ή ανήμερα μαζί με ένα μπουκάλι κρασί και ένα λάδι.
Η αρτοκλασία φαίνεται ότι καθιερώθηκε στο Βυζαντινό εκκλησιαστικό τυπικό περίπου τον 7ο αιώνα.
Παλαιότερα κάθε οικογένεια είχε την δική της σφραγίδα συνήθως με τυπωμένη την μορφή του Αγίου προστάτη της, αλλά σήμερα πια είναι τυποποιημένες και συνήθως απεικονίζουν γενικά θέματα όπως τον Ευαγγελισμό ή την γέννηση της Θεοτόκου.
Η σφραγίδα μπαίνει πάντα στον ένα από τους άρτους με το όνομα της οικογένειας που τους αφιερώνει στον Άγιο προστάτη της στερεωμένο με δυο γαρίφαλα στο κέντρο του εορταστικού ψωμιού.
ΚΑΘΕ ΤΟΠΟΣ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΓΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΡΤΟ
Αν πάτε μια βόλτα την Ελλάδα θα διαπιστώσετε έκπληκτοι, ότι κάθε τόπος έχει την δικιά του γευστική άποψη για τους άρτους. Τρελαίνομαι κάθε φορά που ταξιδεύω στα Δωδεκάνησα και στα πανηγύρια των Αγίων να μασουλάω αυτούς τους αφράτους άρτους που μοιάζουν με ψωμί δηλαδή έχουν ελάχιστη ζάχαρη, αλλά μου σκάει στον ουρανίσκο μου ένας τόσο δα γευστικός σπόρος γλυκάνισου.
Αν κι εγώ λατρεύω τους άρτους που δοκιμάσω στο πανηγύρι του ΑΙ ΜΑΜΑ αρχές του Σεπτέμβρη στη Κάσο, ζυμωμένοι με μπόλικο πικάντικο κόλιανδρο και πασπαλισμένοι με μπόλικο μαυροσίσαμο.
Στην γειτονική Κάρπαθο που η παράδοση στα ζυμώματα είναι τόσο μεγάλη που στην κυριολεξία μένεις με το στόμα ανοιχτό, αν δοκιμάσεις καλοφτιαγμένες καρπαθιώτικες κουλούρες τους άρτους τους ζυμώνουν με περίσσια μπαχαρικά : κανελογαρίφαλα τριμμένα, μοσχοκάρυδο, κύμινο και σουσάμι μαύρο και άσπρο στην <κορυφή>
Δυο νησιά προσφέρουν στους αγίους τους <ψωμάκι> με αλεύρι από ρεβίθι δηλαδή εφτάζυμους άρτους: η ΚΡΗΤΗ και η ΑΜΟΡΓΟΣ.
Στην πρώτη δηλαδή το νησί και βασικά στην Ανατολική Κρήτη ζυμώνουν τους εφτάζυμους άρτους με κανέλα , κύμινο και νερό χλιαρό αρωματισμένο με δαφνόφυλλα.
Στην Αμοργό με πιπέρι κοπανισμένο, καθόλου ζάχαρη, μαστίχα , γλυκάνισο και πρωταγωνιστή φυσικά το γλυκοφάγωτο αλεύρι από ρεβίθια.
Έχω βέβαια δοκιμάσει και άρτους σε κάτι χωριά στην ακριτική Κομοτηνή και Αλεξανδρούπολη, διαφορετικούς φουσκωτούς και μοσχοβολιστούς γεμάτοι από την αψάδα του κάρδαμου (κακουλέ) ξέρετε αυτό το μικροσκοπικό ελαφρώς πράσινο σποράκι και το μαγικό και ευγενικό μαχλέμπι που το έχουμε συνηθίσει μόνο στα τσουρέκια της Ανάστασης .
Βέβαια, εγώ θυμάμαι την γιαγιά μου την Μαρία να φτιάχνει δυο ειδών άρτους του καλούς της όταν είχε κέφια με μέλι, κρασί κόκκινο και αντί για σκέτο νερό ή <ξερό νερό> όπως το ονόμαζε, αυτή έβραζε κανελογαρύφαλα και με αυτό τους ζύμωνε.
Οι λατρεμένοι μου ήταν εκείνοι με το διακριτικό, σοφιστικέ πλην περίτεχνο άρωμα και την μακριά επίγευση της ματζουράνας.
Τους έβγαζε από τον φούρνο και τους ακουμπούσε επάνω σε ένα υφαντό σεντόνι στρωμένο με νερατζόφυλλα και ήταν τότε που ένιωθα όλους τους Αγίους στο εικονοστάσι της να σταυροκοπιούνται και να σιγομουρμουρίζουν για τα ευλογημένα χέρια που είχε η γιαγιά μου, που κάθε φορά στην γιορτή τους δεν τους ξεχνούσε και έφτιαχνε το ψωμάκι τους…