Αυτά τα φουσκωτά γλυκάκια που ακροβατούν μεταξύ λουκουμά και τηγανιτής ζύμης ψωμιού τα λάτρεψα από τα μικράτα μου. Χρόνια θυμάμαι εκείνο τον ζαχαρένιο «λουκουμά» που μου αγόραζε η γιαγιά Μαρία, που καθώς τον δάγκωνα κατηφορίζοντας στην πόλη των λεόντων πασπάλιζε τα μέσα και τα έξω μου με μια ευεργετική γλύκα. Αυτή η λουκουμόσκονη χρόνια τώρα νομίζω με ακολουθεί.Ίσως αυτός είναι και ο λόγος που πάντα όταν ανακαλύπτω μαγαζάκια με ντόνατς μπορείς εύκολα να διακρίνεις στα μάτια μου εκείνες τις τυχαίες νότες παιδικής ευθυμίας.

Εκείνη την φεγγαρόφωτη νύχτα με το δροσερό αεράκι του Γενάρη να εισβάλει στην κουζίνα θυμίζοντας σε όλους μας ότι εδώ στην Κρήτη κρύο δεν κάνει σχεδόν ποτέ υποσχέθηκα στον εαυτό μου και στην θεία Ελένη ότι θα μάθω κι εγώ να φτιάχνω εκείνους τους μεταξωτούς λαχανονολμάδες της που έμοιαζαν με φυλαχτάρια. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι εκείνη είχε τον δικό της τρόπο να φτιάχνει αυτά τα μικρά τριγωνικά διάφανα και μεταξωτά ντολμαδάκια. Πεντανόστιμα με μια υποψία κύμινου να ακροβατεί πάνω από τους ατμούς της κατσαρόλας και να κάνει τέτοιο αναπάντεχα όμορφο ντουέτο με το αυγολέμονο.

Κάθε φορά που σκέφτομαι να κάνω μια χορτόπιτα μέσα μου δυο αντιμαχόμενες κουλτούρες κηρύσσουν πόλεμο η μια στην άλλη.
Η Κρητικιά που καθόλου ευγενικά – μάλλον – τραβώντας με από το μανίκι μου υπενθυμίζει ότι τα χόρτα πρέπει να υπερτερούν και σαφώς να δηλώνουν έντονα την κυριαρχία τους τόσο ως προς το ζυμάρι όσο και ως προς τα τυριά και τα αυγά που μάλλον είναι ανύπαρκτα.
Η δεύτερη τώρα εκείνη της κοσμοπολίτισσας μαγείρισσας μου φέρνει στο μυαλό όλες εκείνες της πιτούλες της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Δυτικής Μακεδονίας, που έχει δοκιμάσει, στις οποίες το φύλλο ή ο χυλός παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και το τυράκι δηλώνει γενναιόδωρα την παρουσία του καμιά φορά και ο τραχανάς και τα αυγά και το κρέας μαζί.

Δυο μέρες πριν, μες την φούρια της προετοιμασίας για το ξεπροβόδισμα του παλιού χρόνου και το καλωσόρισμα του 2015 που φέρνει αν μη τι άλλο την διάσταση του ολοκαίνουριου, τρέχω για τα τελευταία ψώνια στο ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ.
Με το καροτσάκι μου να παίζει το ρόλο του συγκρουόμενου και με την υπομονή του Ιώβ, μελετάω χωρίς σχέδιο το μενού της Πρωτοχρονιάς, ακολουθώντας περισσότερο τα χρώματα και τα αρώματα των τροφίμων και λιγότερο ένα προκαθορισμένο μενού σχεδιασμένο για μέρες επί χάρτου...

Ελάχιστες ώρες μόνο μας χωρίζουν από τα Χριστούγεννα κι όμως είναι ολοφάνερο πλέον ότι σε τούτο το σπιτικό βρισκόμαστε στην δίνη των τελευταίων προετοιμασιών.
Το νιώθω λοιπόν, όπως και κάθε χρόνο, ότι το «πνεύμα των Χριστουγέννων» πιστό στο ραντεβού του είναι εδώ. Αναδύεται μέσα από τον αχνό της μαρμίτας όπου σιγοβράζει με τα πιπέρια του και τα λαχανικά του το αγριογούρουνο σαλμί.Το ακούω να σιγομουρμουρίζει καθώς η γλυκοκολοκύθα για την σούπα μελώνει στην κατσαρόλα.

Επισκέπτης σεμνός και ταπεινός της τελευταίας έκθεσης ελληνων μικρών παραγωγών βγαίνω στην Κηφισίας με ένα ουρανίσκο που αλλού πατεί και αλλού βρίσκετε o δύσμοιρος. Όσο καλά εκπαιδευμένος κι αν είναι αυτή η εναλλαγή, αλμυρού, γλυκού, κάτι ενδιάμεσου, γλυκόξινου, πικρού τον έχει μπερδέψει. Σκέφτομαι «φαντάσου ο κοινός καταναλωτής τι έχει πάθει!» Την απόλυτη σύγχυση... Στο μυαλό μου στριφογυρίζει αυτή η μεστή και δυνατή γεύση από το λουκάνικο του μαύρου χοίρου μέχρι που έρχεται και της δίνει μια αγκωνιά ο παστουρμάς, με το τσιμένι να χορεύει τον δικό τους χορό της φωτιάς στα σωθικά μου. Τι έφαγα, τι ήπια, τι άκουσα, δεν θυμάμαι και να σκεφτείς ότι όλα αυτά μαζί με τους προβληματισμούς μου πρέπει να τα βάλω σε μια τάξη.

Η αλήθεια είναι ότι όλα σε τούτο το λιλιπούτειο εργαστήρι της Πυλιακής Γης έχουν την αίσθηση του μικροκαμωμένου, κομψού και ουσιαστικά δυνατού. Παρατηρώντας καλύτερα την Γιάννα αντιλαμβάνομαι ότι είναι και αυτά τα επίθετα που της ταιριάζουν.
Την απασχολεί ο πελτές ροδιού, αν θα πήξει ή θα μείνει υδαρές, τι θα του προσθέσει για να μην θολώσει, αν του ταιριάζει το ροζ πιπέρι.

 
newsl face