Εκείνη την φεγγαρόφωτη νύχτα με το δροσερό αεράκι του Γενάρη να εισβάλει στην κουζίνα θυμίζοντας σε όλους μας ότι εδώ στην Κρήτη κρύο δεν κάνει σχεδόν ποτέ υποσχέθηκα στον εαυτό μου και στην θεία Ελένη ότι θα μάθω κι εγώ να φτιάχνω εκείνους τους μεταξωτούς λαχανονολμάδες της που έμοιαζαν με φυλαχτάρια. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι εκείνη είχε τον δικό της τρόπο να φτιάχνει αυτά τα μικρά τριγωνικά διάφανα και μεταξωτά ντολμαδάκια. Πεντανόστιμα με μια υποψία κύμινου να ακροβατεί πάνω από τους ατμούς της κατσαρόλας και να κάνει τέτοιο αναπάντεχα όμορφο ντουέτο με το αυγολέμονο.

Ελάχιστες ώρες μόνο μας χωρίζουν από τα Χριστούγεννα κι όμως είναι ολοφάνερο πλέον ότι σε τούτο το σπιτικό βρισκόμαστε στην δίνη των τελευταίων προετοιμασιών.
Το νιώθω λοιπόν, όπως και κάθε χρόνο, ότι το «πνεύμα των Χριστουγέννων» πιστό στο ραντεβού του είναι εδώ. Αναδύεται μέσα από τον αχνό της μαρμίτας όπου σιγοβράζει με τα πιπέρια του και τα λαχανικά του το αγριογούρουνο σαλμί.Το ακούω να σιγομουρμουρίζει καθώς η γλυκοκολοκύθα για την σούπα μελώνει στην κατσαρόλα.

Το κομμάτι του παραδείσου πάει προς τον παράδεισο, το κομμάτι της κόλαση πάει προς την κόλαση. Διαλέγεις και παίρνεις πάντα στην ζωή.
Η Καίτη Ντιναπόγια επέλεξε να στρέψει λοιπόν την ματιά της προς το Παράδεισο όταν η ζωή στα πενήντα της την έπιασε από το μπράτσο και έστρεψε επιτακτικά το δείκτη του χεριού της προς την κόλαση.
Ο δικός της λοιπόν παράδεισος και το εισιτήριο εξόδου από την μιζέρια και την αρρώστια ήταν τα μυριστικά βοτάνια από τις κορυφές των Αστερουσίων, τα μικρά χνουδωτά φύλλα αγριελιάς, το μεθυστικό και «αυστηρό» άρωμα του φασκόμηλου, η ξελογιάστρα ευωδιά της αρμπαρόριζας.

 
newsl face